ΤΟ ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΑΞΙΑΣ, ΤΗΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ – του Γιώργου Δεκάριστου

11 Ιον.

Μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, τις μεταγραφές υποψήφιων πολιτευτών, ιδεολογιών και αποκομμάτων και τις αφελείς, παρορμητικές, αντιδραστικές, ακροδεξιές-φασιστικές αντιδράσεις μέσω της ψήφου, έχουν πληθύνει -μαζί με τις προηγούμενες προ εκλογών- οι φωνές  της συμφοράς  στο ενδεχόμενο της επιστροφής μας στην δραχμή και την φυγή μας σε άτακτη χρεοκοπία! Το ερώτημα που επιβάλλεται να τεθεί, να απαντηθεί και να υλοποιηθεί αυστηρώς, από τους υποψήφιους διαχειριστές της Διακυβέρνησης του Κράτους είναι, πώς  η χώρα και οι υπήκοοι της, θα γίνουν παραγωγικοί διαχειριστές του ακατέργαστου εθνικού τους πλούτου υλικού και αϋλου;

Σύμφωνα με τα όσα έχουν, λεχθεί και γραφτεί εδω και αιώνες, οι Οικονομικές Επιστήμες ανήκουν στις  Κοινωνικές Επιστήμες (δεν είναι τυχαίο άλλωστε!) και το αντικείμενό τους είναι η Οικονομία υπό την έννοια ότι αυτή αποτελεί το σύνολο των ενσυνείδητων ενεργειών όπου άτομα ή ομάδες ανθρώπων οργανωμένων κοινωνιών που καταβάλλουν, προκειμένου να αποκτήσουν «μέσα» που να ικανοποιούν τις ανάγκες τους. Επίσης, ασχολούνται με την έρευνα των οικονομικών φαινομένων όπως τον προσδιορισμό τιμών των αγαθών στην αγορά, την προσφορά και τη ζήτηση αυτών, τις οικονομικές κρίσεις καθώς και τα μέτρα που έλαβαν ή λαμβάνουν κατά καιρούς οι κυβερνήσεις των διαφόρων χωρών για την αντιμετώπισή τους.

Για να προσδιορισθεί η τιμή του εκάστοτε αγαθού επινοήθηκε η νομισματική μονάδα για να αποφύγουμε τον αντιπραγματισμό (εμπόριο με βάση την ανταλλαγή αγαθών) ώστε να υπάρξει ένας κοινός τρόπος υπολογισμού των οικονομικών αξιών, δηλαδή μια σταθερή οικονομική μονάδα που να είναι κοινώς αποδεκτή. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος αυτού του υπολογισμού ήταν ο όγκος ή το βάρος. Συνεπώς το νόμισμα απεικονίζει το ρυθμό και τον δείκτη παραγωγής   αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια περιοχή ή σε ένα κράτος.

Εμείς  φτάσαμε στο σημείο το νόμισμα που απεικονίζει τα αγαθά και τις υπηρεσίες να θεωρείται αξία μεγαλύτερη από την παραγωγή του. Να διοικείται από χρηματιστές, τραπεζίτες, μανατζαραίους, γιάπηδες και golden boys που δεν απασχολήθηκαν ποτέ -παρά μόνο θεωρητικά-  με την δημιουργία, την εξέλιξη και την αύξηση της παραγωγής και των πωλήσεων του εθνικού μας πλούτου. Ο σύγχρονος σοσιαλιστικός καπιταλισμός ή ο καπιταλιστικός σοσιαλισμός απέτυχε, γιατί έκανε τους οσφυοκάμτες πρωθυπουργούς βορά στις ορέξεις αγορών και τραπεζών, ανύψωσε παράλογα τη θέση των παραπάνω παπαγαλιζόντων και υποβάθμισε-εξαφάνισε σταδιακά την εθνική μας παραγωγή εδώ και 38 χρόνια, με πολιτικές ασύμμετρης ασυδοσίας .

Οι υποψήφιοι ηγέτες μας, μαζί με την επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου (μετά από 2 χρόνια, της υπογραφής του και των λεκτικών παραλλαγών του!),μας θέτουν το δίλλημα ευρώ ή δραχμή. Έτσι ο εγκλωβισμένος, ο απελπισμένος,

κατατεθλιμμένος άνεργος Έλληνας ψηφοφόρος ζει με ένα δίλημμα, της επιλογής νομίσματος, θεωρώντας ότι έλυσε όλα του τα προβλήματα αν επιλέξει τον σωστό Μεσσία, το σωστό νόμισμα που ως διά μαγείας θα τον βγάλει από την κάθε μορφής στενότητα. Και ανάλογα με τη θέση του διαλέγει:

  • ευρώ αν έχει να χάσει και άλλα πέρα από όσα ούτως ή άλλως έχασε,
  • δραχμή αν τα έχει χάσει όλα και δεν του απέμεινε απολύτως τίποτε.

Ο συντηρητικός και ο δυναμικός τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος θεωρητικά συμφωνεί σε όλα: ευρώ αλλά χωρίς ή με πολύ βελτιωμένο επαναδιαπραγματευμένο μνημόνιο! Ποιος όμως έχει μελετήσει και υπολογίσει σωστά τον βαθμό εφικτότητας και το μέτρο του κινδύνου αν είναι υπαρκτός ή όχι, μετά την συνεχή υποτίμηση μισθών με τιμές αγαθών και υπηρεσιών σταθερές;

Το βραχυπρόθεσμο της απόφασης και της σκοπιμότητας τη επιλογής της πρώτης λύσης, που θεωρητικά την προτιμούν τα περισσότερα κόμματα με διαφορετικό όμως τρόπο, θα πρέπει να τονιστεί ότι, κάθε σωτηρία θα είναι μια προσωρινή ανάσα, όπως ήταν και οι προηγούμενες σωτηρίες που τις υποδεχόμασταν  -σύμφωνα με τις τότε κυβερνήσεις- με τυμπανοκρουσίες και ανόητους κομματικούς πανηγυρισμούς, φυσικά όχι εμείς οι πολίτες που «παραμιλάμε» και έχουμε υποστεί τις αποφάσεις που η ιστορία αποδεικνύει ότι ήταν λάθος.

Αυτό που γίνεται αντιληπτό από τον μέσο νοικοκύρη βιοπαλαιστή Έλληνα είναι, ότι αν δεν επιτευχθεί η απλή εξίσωση της πραγματικής οικονομίας: έσοδα μεγαλύτερα από τα έξοδα, εξαγωγές περισσότερες από τις εισαγωγές και η ορθολογική διαχείριση των εθνικών μας πόρων με την ταυτόχρονη αναδιοργάνωση, αναγέννηση, ανάκαμψη  των τομέων της παραγωγική δραστηριότητας δεν θα υπάρξει Εθνική Βιωσιμότητα. Δηλαδή:

  • Η Πρωτογενής παραγωγή, ο παραγωγικός τομέας δραστηριοτήτων με αντικείμενο την απόκτηση ή απόσπαση αγαθών (πρώτων υλών) άμεσης ή έμμεσης κατανάλωσης, κατ’ ευθείαν από την φύση (γεωργία, αλιεία, κτηνοτροφία, θήρα, εξόρυξη υπόγειου και υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου κλπ) . Ο τομέας αυτός απασχόλησης αποτελεί πηγή εισοδήματος για μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού και εμείς τον μετατρέψαμε σε πηγή συνεχόμενης εισαγόμενης παραγωγής και όχι εγχώριας!.
  • Η Δευτερογενής  παραγωγή να αξιοποιεί την πρωτογενή παραγωγή, με την μεταποίηση των πρώτων υλών (στη μορφή, στη χρησιμότητα, τις ιδιότητες). Ανάλογα με τα μέσα και τον τρόπο που χρησιμοποιείται για την μεταποίηση των αγαθών, έχουμε τους κλάδους:
  1. Xειροτεχνία
  2. Bιοτεχνία (τα ανθρώπινα χέρια βοηθούνται από μηχανές)
  3. Βιομηχανία (τα αγαθά παράγονται κυρίως με σύγχρονα μηχανήματα, η παραγωγή είναι μαζική και εφαρμόζονται διαρκώς νέα συστήματα παραγωγής συμπεριλαμβάνονται οι παραγωγικές μονάδες παστεριωμένου γάλακτος, τοματοπολτού, φρουτοχυμών, πλαστικών, επίπλων, ενδυμάτων, χαρτιού κ.τ.λ.).
  • Η Τριτογενής παραγωγή, που δραστηριοποιείται στην διάθεση αγαθών και υπηρεσιών και αναφέρεται με τον χαρακτήρα του αγαθού που παρέχεται από επιχειρήσεις (αυτός ο τομέας γιγαντώθηκε στο πείραμα της Ελλάδας που μας οδήγησε στην καταστροφή! Με τον «εμπλουτισμό» των μεσαζόντων, νταβατζήδων και τις πελατειακές σχέσεις πολιτών με την εκάστοτε εξουσία, που δημιούργησαν έναν στρεβλό εικονικό-πλαστό νόμο προσφοράς και ζήτησης της αγοράς με χρήματα δανεικά και ουτοπικής υπεραξίας προς κατανάλωση!),που δεν προσφέρουν κάποιο υλικό προϊόν, πρωτογενές ή μεταποιημένο π.χ. αγροτικό, βιοτεχνικό ή βιομηχανικό προϊόν, αλλά παρέχουν στους πελάτες τους υπηρεσίες. Τέτοιες υπηρεσίες ενδεικτικά είναι οι παρεχόμενες από ελεύθερους επαγγελματίες καθώς και οι επιχειρησιακά οργανωμένες π.χ. διαφημιστικές, εκπαιδευτικές, οικοδομικές, τροφοδοσίας και καθαρισμού, κτηματομεσιτικές, μεταφορικές, τουριστικές, τραπεζικές, χρηματιστηριακές υπηρεσίες, υγείας κλπ., όπως επίσης και όλο το εμπόριο διανομής αγαθών χονδρικού και λιανικού εμπορίου. Οι παροχές υπηρεσιών αποτελούν τη δεύτερη σπουδαία κατηγορία των οικονομικών αγαθών μετά τα υλικά αγαθά. Οι επιχειρήσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών χαρακτηρίζονται ομοίως. Το σύνολο των ομοειδών αυτών επιχειρήσεων αποτελούν τον εμπορικό κλάδο παροχής υπηρεσιών που μπορεί να αφορά τοπικά μια περιοχή, ή μία Χώρα, ή οικονομικό συνασπισμό Χωρών βλ. Ευρωπαϊκή Ένωση της παρακμής και του κατακερματισμού της εικονικής ευμάρειας των Νοτίων χωρών προς πλουτισμό του Βορρά .Σε αυτόν τον τομέα παραγωγής η χώρα μας έπρεπε να είχε αναπτύξει πειθαρχημένα, βέλτιστα και ορθολογικά τον Τουρισμό, την Ναυτιλία (Ακτοπλοΐα, Κρουαζιεροπλοϊα, Θαλάσσιο Τουρισμό) και τις Ναυπηγοεπισκευαστικές Ζώνες, χωρίς τις μονοπωλιακές στρεβλώσεις των συμμετεχόντων στην εκάστοτε αγορά και τις αγκυλώσεις των συνδικάτων-οικογενειακών συντεχνιών προς άγρα πελατών με αισχροκέρδεια.

Με βάση λοιπόν την ορθολογική Οικονομική Επιστήμη και όχι την ευρωπαϊκή δημιουργική χρηματοοικονομική λογιστική των τραπεζών της φούσκας, που στοχευόμενα οδήγησε στην αποβιομηχάνιση της χώρας ,την ασύδοτη κατασπατάληση επιδοτήσεων και κρατικών εσόδων σε αναποτελεσματικές στρεβλές δημόσιες θέσεις στον βωμό του εικονικού εθνικού ή ατομικού πλουτισμού, πρέπει να επιδιώκουμε τη μόνη λύση: τη δημιουργία κρατικών κερδών, αυτό που στα δημόσια λογιστικά αποκαλείται «πρωτογενές πλεόνασμα».

Οι εναλλασσόμενες και επαναλαμβανόμενες οικογενειοκρατικές κομματικές κοινοβουλευτικές δικτατορίες που μας συνήθισαν τα αγαπημένα τους «πρωτογενή ελλείμματα» να τα καλύπτουν μόνο με συνεχόμενα δάνεια παρά με προσπάθειες εξυγίανσης των δημοσιονομικών μεγεθών δεν εγκαταλείπουν τον λαϊκισμό τους και δεν λένε στο εκλογικό σώμα, ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα είναι επικίνδυνη μόνο, γιατί υπάρχει το πρωτογενές έλλειμμα και οι εισαγωγές προϊόντων είναι μεγαλύτερες από τις εξαγωγές, γεγονότα που θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στην έκδοση όλο και μεγαλύτερης ποσότητας χρήματος, με συνέπεια τον πληθωρισμό, την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, την αναξιοπιστία της χώρας και όλα τα κατ’ επανάληψη γραφόμενα με πολλές γνωστές αναλύσεις διάσημων οικονομολόγων.

Αν! -μονολογώ και αναρωτιέμαι αν- είχαμε πλεονάσματα, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα δεν θα προκαλούσε πτώχευση και υποτίμηση, αλλά αντίθετα έως και πιθανή υπερτίμησή του, ανεξάρτητα αν λεγόταν μνα, οβολός, τάλαντο, φοίνικας, λιρέτα ή λιρετάκι, η εσκουδάκι κ.α. Και μην ξεχνάμε -τί τραγική ειρωνεία;- ότι το νόμισμα του euro είναι εμπνευσμένο από το ελληνικό γράμμα «έψιλον», που είναι το αρχικό γράμμα της λέξης Ευρώπη (αρχαίο ελληνικό όνομα που απαντάται στην ελληνική μυθολογία) και οι δύο παράλληλες γραμμές συμβολίζουν τη σταθερότητα του ευρώ!

Τότε κανείς δεν θα ανησυχούσε για την επιστροφή σε άλλο νόμισμα, δεν θα υπήρχε λόγος αλλαγής, το πρόβλημα θα ήταν ανύπαρκτο. Το δίλημμα στο βάθος του δεν είναι η Ευρώπη ή το νόμισμα. Είναι η παραγωγή και η ικανότητα διάθεσης ελληνικών προϊόντων ή υπηρεσιών. Είναι η αύξηση των εξαγωγών σε βάρος των εισαγωγών.

Επομένως, θεωρώ και πιστεύω ότι  δεν αποτελεί ή δεν θα αποτελέσει προπατορικό αμάρτημα η αλλαγή του νομίσματος από την στιγμή που θα ξεφύγουμε από το συναίσθημα δυσπιστίας και αναξιοπιστίας των τελευταίων δεκαετιών στην σχέση Πολιτών και Αρχόντων διότι σύμφωνα με τα στερνά του ελληνικού πολιτισμού μας αναζητείται το «Αρχή Άνδρα Δείξαι και Δεικνυσι» κατά τον Αριστοτέλη. Είναι λοιπόν η απόφαση και η ικανότητα του νέου πολιτικού κόσμου (και όχι των πολιτικών των διαχρονικών σκανδάλων και της οιονεί διαφθοράς, που κάνουν παραγραφές αδικημάτων και εμφανίζονται σαν πρωτόπλαστοι στην πολιτική) να μεταβάλουν το έλλειμμα σε πλεόνασμα με τον μόνο τρόπο που τους απέμεινε: να εξαφανισθεί-εξαλειφτεί, δια παντός η κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος, η αντιπαραγωγικότητα, η υπερτροφικότητα του κράτους που συμπεριλαμβάνει και τα κομματικά διαφημιστικά και λειτουργικά  τους έξοδα.

Πιο απλά: περιορίζοντας την πελατεία τους και τον εαυτό τους για το καλό της χώρας, αλλά και των ιδίων, αν μπορούν να σκεφτούν αειφόρα και με όραμα ένα έθνος με τις νέες γενιές εντος των συνόρων ανεξάρτητο από δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης του αφανισμού των παραγωγικών κρατών!

Διαφορετικά, είτε με το ένα νόμισμα είτε με το άλλο η επίσημη πτώχευση ήταν και είναι βέβαιη. Στη μία περίπτωση άτακτη και στην άλλη απλώς συντεταγμένη όπως μας είχαν προειδοποιήσει τον χειμώνα, και παρά την προστασία των Ευρωπαίων, που δεν αναμένεται αιώνια χωρίς κανένα αντίτιμο. Ο πολιτικός κόσμος συμπεριφέρεται σαν να μην τον απασχολεί τίποτε περισσότερο από την εκλογική αναμέτρηση και σαν τις διαφημίσεις στα εμπορικά τηλεοπτικά σποτ που χειραγωγούσαν και καθοδηγούσαν τις ανάγκες-συνήθειες και διαμόρφωναν την ψυχολογία καταναλωτή, λησμονώντας τις πραγματικές ανάγκες  επιβίωσης, του μέσου αστού ή κατοίκου της υπαίθρου.

Που ξεχνούσαν -εντέχνως- τι πρέσβευαν εκάστοτε προηγούμενες διαφημίσεις με τις επόμενες! Προέχει, λοιπόν η εθνική αυτάρκεια, η ορθολογική διαχείριση της παραγωγής και αποθεματοποίησης της, των διαθέσιμων αγαθών και υπηρεσιών για την κάλυψη των εθνικών μας αναγκών . Γενικότερα η πολιτική της ορθολογικής χρηστής χρήσης των αγαθών και υπηρεσιών είτε είναι του Κράτους, είτε είναι του πολίτη διασφαλίζει την Εθνική Βιωσιμότητα μας.

Με εκτίμηση,
Γιώργος Ε. Δεκάριστος
Οικονομολόγος -Λογιστής